
Η αυτοπεποίθηση αποκτάται μέσα από το βίωμα και χτίζεται με την επιτυχία που έρχεται μετά από προσπάθεια. Ωστόσο, τα παιδιά, μέσα από την εμπειρία που σταδιακά αποκτούν από τα διάφορα βιώματα, αντιλαμβάνονται πως η ζωή αποτελείται –εκτός των άλλων–και από μια σειρά από προβλήματα στα οποία καλούμαστε να βρούμε λύση. Δεν έχει, λοιπόν, τόση σημασία το τι τους λέμε, όσο το τι παρατηρούν αυτή στη δική μας συμπεριφορά για να μάθουν. Τα παιδιά βλέπουν και αξιολογούν το πώς αποδεχόμαστε και χειριζόμαστε εμείς την αποτυχία και αυτό επηρεάζει τη δική τους αντίδραση. Αν θυμώνουμε σε περίπτωση που χάσουμε την προαγωγή ή εκνευριζόμαστε με το δάσκαλο του παιδιού μας λόγω μιας αμέλειάς του, τότε κι εκείνα μπορεί να αντιγράψουν αυτή τη συμπεριφορά όταν αντιμετωπίζουν τις δικές τους αποτυχίες.
Αντίθετα, με τα λάθη, το παιδί μαθαίνει να επεξεργάζεται τα συναισθήματα του. Π.χ., όταν χάνει σε ένα επιτραπέζιο παιχνίδι που παίζει στο σπίτι με το γονιό του, θα το διαχειριστεί πολύ πιο εύκολα από το να χάσει σε ένα δημόσιο περιβάλλον κι αυτό θα το βοηθήσει να συνηθίσει στον ανταγωνισμό, αλλά σαφώς με πιο ήπιο τρόπο. Μάλιστα, η ήττα σε ένα παιχνίδι μπορεί να είναι ιδιαίτερα γόνιμη, αν μέσα από αυτή το παιδί αρχίσει να σκέφτεται τα λάθη του και τρόπους να τα διορθώσει. Αντίθετα από ό,τι νομίζουμε, η αυτοπεποίθηση δεν αποκτάται από τις συνεχείς νίκες· χτίζεται με την επιτυχία που έρχεται μετά από προσπάθεια. Η καλύτερη ανταμοιβή έρχεται όταν κάποιος έχει βιώσει την ήττα, έχει προσπαθήσει και τελικά έχει βρει τρόπους να επιτύχει. Αντίθετα, η εύκολη νίκη δίνει μια μη ρεαλιστική άποψη για τον εαυτό μας, αφού στον έξω ανταγωνιστικό κόσμο κανείς δεν πρόκειται ποτέ να μας χαριστεί. Επίσης οι χαρισμένες νίκες ουσιαστικά υποσκάπτουν την αυτοπεποίθηση ενός παιδιού, αφού του δίνουν μια εσφαλμένη εικόνα για τις πραγματικές του ικανότητες. Μέσα από τα λάθη, άλλωστε, το παιδί ευαισθητοποιείται, κατανοεί πώς είναι να χάνουν και οι άλλοι, αποκτά ενσυναίσθηση και αυτοέλεγχο στις δύσκολες καταστάσεις.